Anonymous

ἐξαναστρέφω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_2)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐξαναστρέφω''': [[μετὰ]] γεν. τόπου, [[ἀνατρέπω]] τι ἔκ τινος, [[καταρρίπτω]], δαιμόνων ἱδρύματα πρόρριζα [[φύρδην]] ἐξανέστραπται βάθρων Αἰσχύλ. Πέρσ. 812, Σοφ. Ἀποσπ. 767.
|lstext='''ἐξαναστρέφω''': [[μετὰ]] γεν. τόπου, [[ἀνατρέπω]] τι ἔκ τινος, [[καταρρίπτω]], δαιμόνων ἱδρύματα πρόρριζα [[φύρδην]] ἐξανέστραπται βάθρων Αἰσχύλ. Πέρσ. 812, Σοφ. Ἀποσπ. 767.
}}
{{bailly
|btext=renverser de ses fondements, détruire de fond en comble : δαιμόνων ἱδρύματα ἐξανέστραπται βάθρων ESCHL les statues des dieux ont été renversées de leurs socles.<br />'''Étymologie:''' [[ἐξ]], [[ἀναστρέφω]].
}}
}}