Anonymous

ἐπιβριθής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_7)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιβρῑθής''': -ές, ἔχων βαρύτητα εἴς τι, παντὶ χρόνῳ δ’ ἐπιβριθεῖς ἐνδίκοις ὁμιλίαις, περὶ τῶν Μοιρῶν, Αἰσχύλ. Εὐμ. 695.
|lstext='''ἐπιβρῑθής''': -ές, ἔχων βαρύτητα εἴς τι, παντὶ χρόνῳ δ’ ἐπιβριθεῖς ἐνδίκοις ὁμιλίαις, περὶ τῶν Μοιρῶν, Αἰσχύλ. Εὐμ. 695.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />qui pèse de tout son poids, accablant.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπιβρίθω]].
}}
}}