Anonymous

ἐπιμεταπέμπομαι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_14)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιμεταπέμπομαι''': Μέσ., [[πάλιν]] ἢ [[μετέπειτα]] μεταπέμπομαι, ἢ [[ὕστερον]] ἐπιμεταπέμπεσθαι Θουκ. 6. 21., 7. 7.
|lstext='''ἐπιμεταπέμπομαι''': Μέσ., [[πάλιν]] ἢ [[μετέπειτα]] μεταπέμπομαι, ἢ [[ὕστερον]] ἐπιμεταπέμπεσθαι Θουκ. 6. 21., 7. 7.
}}
{{bailly
|btext=mander de nouveau.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], μεταπέμπομαι.
}}
}}