Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εὐαλδής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_7)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐαλδής''': -ές, ([[ἀλδαίνω]]) [[εὐαυξής]], σπαργῶν, Ἀνθ. Π. 9. 325, παράρτ. 50. 24. - Ἐπίρρ. -έως, Ἱππ. Λεξ. ΙΙ. ἐνεργ., καθιστάνων τι γόνιμον, εὔφορον, Ἄρατ. 217, Πλούτ. 2. 664D· τρέφων Νικ. Ἀλεξιφ. 543· πρβλ. [[εὐαρδής]].
|lstext='''εὐαλδής''': -ές, ([[ἀλδαίνω]]) [[εὐαυξής]], σπαργῶν, Ἀνθ. Π. 9. 325, παράρτ. 50. 24. - Ἐπίρρ. -έως, Ἱππ. Λεξ. ΙΙ. ἐνεργ., καθιστάνων τι γόνιμον, εὔφορον, Ἄρατ. 217, Πλούτ. 2. 664D· τρέφων Νικ. Ἀλεξιφ. 543· πρβλ. [[εὐαρδής]].
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />nourrissant, fécondant.<br />'''Étymologie:''' [[εὖ]], [[ἀλδαίνω]].
}}
}}