3,251,689
edits
(6_10) |
(Bailly1_2) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἑσπερινός''': -ή, -όν, = τῷ ἑπομ. Ξεν. Λακ. 12. 6. - ἡ ἑσπερινὴ [[θυσία]] Ἑβδ. (Λευ. ΚΓ΄, 5, κλ.)· ἑσπερινὴ εὐχὴ Βασίλ. ΙΧ. 497C· [[σύναξις]] Θεόφιλ. Ἀλ. 33Β. 2) ὡς οὐσ., ὁ ἑσπερινὸς (ἐξυπ. [[ὕμνος]]) Γρηγέντ. 616Β. - Ἐν τῇ Λειτουργικῇ [[μέγας]] [[ἑσπερινός]], καθ’ ὃν τελεῖται καὶ [[εἴσοδος]] καὶ μικρὸς ἑσπερινὸς ὁ [[συνήθης]]. | |lstext='''ἑσπερινός''': -ή, -όν, = τῷ ἑπομ. Ξεν. Λακ. 12. 6. - ἡ ἑσπερινὴ [[θυσία]] Ἑβδ. (Λευ. ΚΓ΄, 5, κλ.)· ἑσπερινὴ εὐχὴ Βασίλ. ΙΧ. 497C· [[σύναξις]] Θεόφιλ. Ἀλ. 33Β. 2) ὡς οὐσ., ὁ ἑσπερινὸς (ἐξυπ. [[ὕμνος]]) Γρηγέντ. 616Β. - Ἐν τῇ Λειτουργικῇ [[μέγας]] [[ἑσπερινός]], καθ’ ὃν τελεῖται καὶ [[εἴσοδος]] καὶ μικρὸς ἑσπερινὸς ὁ [[συνήθης]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />du soir.<br />'''Étymologie:''' [[ἕσπερος]]. | |||
}} | }} |