Anonymous

ἔτνος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_6)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἔτνος''': -εος, τό, πυκνὸς ζωμὸς μετ’ ὀσπρίων, [[εἶδος]] πόλτου ἤ χυλοῦ ὀσπρίων, Ἀριστοφ. Ἀχ. 246, Βάτρ. 62, 506, Πλάτ. Ἱππ. Μείζ. 290D· [[ἔτνος]] γε πίσινον εὔχρων καὶ καλὸν Ἀριστοφ. Ἱππ. 1171· ἐν τῷ πληθ., Καλλ. Ἀποσπ. 178. ([[ἔτνος]] ἐν Ἐτυμολ. Μ., Ἡσυχ., κλ.).
|lstext='''ἔτνος''': -εος, τό, πυκνὸς ζωμὸς μετ’ ὀσπρίων, [[εἶδος]] πόλτου ἤ χυλοῦ ὀσπρίων, Ἀριστοφ. Ἀχ. 246, Βάτρ. 62, 506, Πλάτ. Ἱππ. Μείζ. 290D· [[ἔτνος]] γε πίσινον εὔχρων καὶ καλὸν Ἀριστοφ. Ἱππ. 1171· ἐν τῷ πληθ., Καλλ. Ἀποσπ. 178. ([[ἔτνος]] ἐν Ἐτυμολ. Μ., Ἡσυχ., κλ.).
}}
{{bailly
|btext=<i>ion.</i> -εος, <i>att.</i> -ους (τό) :<br />purée de légumes.<br />'''Étymologie:''' DELG étym. ignorée.
}}
}}