Anonymous

ἐΰννητος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_16)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐΰννητος''': -ον, Ἐπικ. ἀντὶ εὔνητος (νέω): - [[καλῶς]] κεκλωσμένος ἢ ὑφασμένος, οἱ δὲ χιτῶνας εἵατ’ ἐϋννήτους, «εὖ νενησμένους καὶ εἰργασμένους» (Σχολ.), Ἰλ. Σ. 597, πρβλ. Ω. 580· πέπλοι λεπτοί, ἐΰννητοι Ὀδ. Η. 97.
|lstext='''ἐΰννητος''': -ον, Ἐπικ. ἀντὶ εὔνητος (νέω): - [[καλῶς]] κεκλωσμένος ἢ ὑφασμένος, οἱ δὲ χιτῶνας εἵατ’ ἐϋννήτους, «εὖ νενησμένους καὶ εἰργασμένους» (Σχολ.), Ἰλ. Σ. 597, πρβλ. Ω. 580· πέπλοι λεπτοί, ἐΰννητοι Ὀδ. Η. 97.
}}
{{bailly
|btext=<i>épq. c.</i> [[εὔνητος]].
}}
}}