Anonymous

ἡμερολεγδόν: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_6)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἡμερολεγδόν''': ἐπιρρ. ([[λέγω]]) δι’ ἀριθμήσεως τῶν ἡμερῶν, Αἰσχύλ. Πέρσ. 63· ἀκριβῶς, κατὰ τὴν ὡρισμένην ἡμέραν, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 6. 21, 3.
|lstext='''ἡμερολεγδόν''': ἐπιρρ. ([[λέγω]]) δι’ ἀριθμήσεως τῶν ἡμερῶν, Αἰσχύλ. Πέρσ. 63· ἀκριβῶς, κατὰ τὴν ὡρισμένην ἡμέραν, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 6. 21, 3.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> en comptant jour par jour;<br /><b>2</b> au jour dit, exactement.<br />'''Étymologie:''' [[ἡμέρα]], [[λέγω]]³.
}}
}}