Anonymous

καθάπαξ: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_6)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καθάπαξ''': Ἐπίρρ., [[ἅπαξ]] διὰ παντός, Ὀδ. Φ. 349, Δημ. 304. 22· - ἀκολούθως ὡς τὸ [[ἁπλῶς]], [[ἅπαξ]] διὰ παντός, «μιὰ [[φορά]]», οἱ [[καθάπαξ]] ἐχθροὶ ὁ αὐτ. 294. 11· τοῖς [[καθάπαξ]] ἀτίμοις ὁ αὐτ. 779. 6· οὕτω καθ. πέπρακεν ἑαυτὸν 377. 7, πρβλ. 542. 24· - οὐδὲ [[καθάπαξ]], οὐδὲ [[ἅπαξ]], Πολύβ. 1. 2, 6., 20, 12, κτλ.
|lstext='''καθάπαξ''': Ἐπίρρ., [[ἅπαξ]] διὰ παντός, Ὀδ. Φ. 349, Δημ. 304. 22· - ἀκολούθως ὡς τὸ [[ἁπλῶς]], [[ἅπαξ]] διὰ παντός, «μιὰ [[φορά]]», οἱ [[καθάπαξ]] ἐχθροὶ ὁ αὐτ. 294. 11· τοῖς [[καθάπαξ]] ἀτίμοις ὁ αὐτ. 779. 6· οὕτω καθ. πέπρακεν ἑαυτὸν 377. 7, πρβλ. 542. 24· - οὐδὲ [[καθάπαξ]], οὐδὲ [[ἅπαξ]], Πολύβ. 1. 2, 6., 20, 12, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />une fois pour toutes.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[ἅπαξ]].
}}
}}