Anonymous

κανών: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_19)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κανών''': -όνος, ὁ, ([[κάννα]]) πᾶσα [[εὐθεῖα]] [[ῥάβδος]], ἰδίως χρησιμεύουσα [[ὅπως]] τηρῇ τι εὐθές. 1) ἐν Ιλ. Ν. 407 λέγεται ὅτι ὁ Ἰδομενεὺς εἶχεν ἀσπίδα δύω κανόνεσσ’ ἀραρυῖαν· ἐν Ιλ. Θ. 103 περὶ τῆς ἀσπίδος τοῦ Νέστορος ὁ [[Ὅμηρος]] λέγει: πᾶσαν χρυσείην ἔμεναι, κανόνας τε καὶ αὐτήν· καὶ περὶ τῶν πελτῶν (ancilia) ἃς ἔφερον οἱ ἱερεῖς Σάλιοι, λέγεται ὅτι εἶχον κανόνας, Διον. Ἁλ. 2. 71. Φαίνεται δὲ ὅτι οὗτοι ἦσαν δύο ξύλιναι ῥάβδοι ἐκτεινόμεναι ἐγκαρσίως κατὰ τὸ κοῖλον [[μέρος]] τῆς ἀσπίδος, δι’ ὧν διήρχετο ὁ [[πῆχυς]] τῆς χειρὸς καὶ οὕτω συνεκρατεῖτο ὑπὸ τοῦ φέροντος αὐτὴν. Εἰς μεταγεν. χρόνους τὸν ἕτερον τῶν κανόνων ἀντικατέστησε [[λαβίς]] τις, ([[ὄχανον]], [[πόρπαξ]]). 2) [[ἐργαλεῖον]] ὑφαντικόν, πιθ. ἡ κερκὶς («[[σαγίττα]]»), δι’ ἧς ἡ κλωστὴ τοῦ ὑφαδίου (πηνίου) εἰσήρχετο μεταξὺ τῶν κλωστῶν τοῦ στήμονος (μίτου), Ιλ. Ψ. 761 ([[ἔνθα]] ἰδὲ τὸν Heyne), Ἀριστοφ. Θεσμ. 822, Πλούτ. 2. 156Β, Νόνν. Δ. 37. 631. 3) [[κανών]], ἐν χρήσει παρὰ τοῖς κτίσταις ἢ τοῖς τέκτοσι (διαφέρων τῆς στάθμης), πύργους... ὀρθοῖσιν ἔθεμεν κανόσιν Εὐρ. Τρῳ. 6· [[βάθρα]] φοίνικι.. ἡρμοσμένα ὁ αὐτ. ἐν Ἡρ. Μαιν. 945· πρβλ. Πλάτ. Φίληβ. 56Β, Ξεν. Ἀγησ. 10. 2, Ἀνθ. Π. 11. 120· [[ὥστε]] τέκτονος παρὰ στάθμην ἰόντος ὀρθοῦται [[κανών]], Σοφ. Ἀποσπ. 421· κανόνα προσφέρειν Αἰσχίν. 82, 26· προσάγειν Λουκ. Πῶς δεῖ ἱστ. Συγγρ. 5· κανόνεσσι.. μετρήσασθαι Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 724· ὅρα τὴν κωμικὴν περιγραφὴν τοῦ Μέτωνος μετροῦντος τὸν οὐρανὸν διὰ τοῦ κανόνος καὶ τοῦ διαβήτου, Ἀριστ. Ὄρν. 999 κἑξ.· μολίβδινος [[κανών]], δηλ. [[εὔκαμπτος]], εἰς ὃν δὲν δύναταί τις νὰ δώσῃ πίστιν περὶ ἀκριβοῦς καταμετρήσεως, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 5. 10, 7, πρβλ. Ρητ. 1. 1. 5. β) «χαράκι, ρῆγα», Ἀνθ. Π. 6. 63. γ) μεταφ., κανόνες καὶ πήχεις ἐπῶν Ἀριστοφ. Βάτρ. 799· λαμπρὰ μὲν ἀκτὶς ἡλίου, κανὼν [[σαφής]] Εὐρ. Ἱκέτ. 650. 4) «τὸ [[ἐπάνω]] τῆς τρυτάνης ὂν καὶ εἰς ἰσότητα ταύτην ἄγον», δηλ. ἡ [[γλῶσσα]] τῆς «ζυγαριᾶς»Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Βάτρ. 799, Ἀνθ. Π. 11. 334. 5) [[ῥάβδος]] παραπετάσματος, πολυτελεῖς αὐλαῖαι.. κανόνας ἔχουσαι περιχρύσους Χάρης παρ’ Ἀθην. 538D. 6) κανόνες ἐκαλοῦντο καὶ αἱ ὀπαὶ ἢ τὰ «κλειδιὰ» τοῦ αὐλοῦ, Ἀνθ. Π. 9. 365. 7) αἱ ῥάβδοι κλωβίου, Ἰω. Χρυσ. ΙΙ. μεταφ., ὡς τὸ Λατ. regula, norma, πᾶν ὅ,τι χρησιμεύει πρὸς διακανόνισιν ἢ καθορισμὸν ἄλλων πραγμάτων, κανόνι τοῦ καλοῦ μαθὼν Εὐρ. Ἑκ. 602· γνώμης πονηροῖς κανόσιν ἀναμετρούμενος τὸ σῶφρον ὁ αὐτ. ἐν Ἰλ. 52· [[οὕτως]] ὁ [[νόμος]] [[εἶναι]] [[κανών]] ἀδικημάτων Λυκοῦργ. 149. 4· ὁ [[σπουδαῖος]] [[ἄνθρωπος]] [[εἶναι]] κανὼν καὶ [[μέτρον]] τῆς ἀληθείας Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 4, 5· ἡ [[ἐλευθερία]] καὶ τὸ μηδένα δεσπότην ἔχειν αὑτῶν ἦσαν τοῖς προτέροις Ἕλλησιν ὅροι τῷν ἀγαθῶν καὶ κανόνες Δημ. 324. 28· οὕτω καὶ, ὁ Ἐπικούρου [[κανών]], ἦτο ὁ κανὼν [[αὐτοῦ]] περὶ φιλοσοφίας, Δαμόξενος ἐν «Συντρόφοις» 1. 15· καὶ ὁ Δορυφόρος τοῦ Πολυκλείτου ἐκαλεῖτο [[κανών]], [[ἤτοι]] [[ὑπόδειγμα]] καλῆς ἀναλογίας, ἴδε Müller Archäol. d. Kunst § 120. 4· - ἐν τῇ μουσικῇ τὸ μονόχορδον ἦτο ὁ [[κανών]], [[ἤτοι]] ἡ βάσις πάντων τῶν μουσικῶν διαστημάτων, Ast. Νικομ. Θεολ. Ἀρ. σ. 318· τὸν κανόνα ἐκ μιᾶς χορδῆς εὑρεῖν Διογ. Λ. 8. 12. - παρὰ τοῖς Γραμμ. καὶ ἐν τῇ Ρητ. ὁ κανὼν ἦτο [[γενικός]] τις [[νόμος]] βασιζόμενος ἐπὶ τῶν πλειόνων πρὸς ἔλεγχον τῶν ἡμαρτημένων, Α. Β. 1180· - ἐν τῆ χρονολογίᾳ, κανόνες χρονικοὶ ἦσαν κύριαι ἐποχαί, αἵτινες ἐχρησίμευον [[ὅπως]] ὁρίζωσι πάσας τὰς ἐν τῷ μεταξὺ χρονολογίας, Πλουτ. Σόλων 27· καὶ [[κανών]] ἦτο χρονολογικὸν [[σύστημα]], Διον. Ἁλ. 1. 74. β) [[ὡσαύτως]], κανὼν ἦτο «τὸ [[μέτρον]] τοῦ πηδήματος» [[Πολυδ]]. Γ΄, 151· μεταφ. κατὰ τὸν κανόνα «ἡμῶν, κατὰ τὰ ὅρια τῆς ἐνεργείας ἡμῶν, Β΄ Ἐπιστ. π. Κορ. ι΄, 15 2) παρὰ τοῖς Ἀλεξανδρ. Γραμμ., συλλογαὶ τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων ἐκαλοῦντο κανόνες, ὡς ἄριστα ὑποδείγματα δοκίμου συγγραφῆς, Ruhnk. Hist. Crit. Orat. Graec. σ. xeiv, πρβλ. Quintil. Inst. 10. 1. 54 καὶ 59. 3) παρ’ Ἐκκλησιαστ., κανόνες ἐκαλοῦντο τὰ βιβλία ὅσα ἡ Ἐκκλησία ἀπεδέξατο ὡς τὸν κανόνα πίστεως, τὰ ὡς θεόπνευστα ἀποδεκτὰ γενόμενα μέρη τῆς ἁγίας Γραφῆς· τὰ λεγόμενα κανονικά βιβλία Ἀθαν. Ι. 456 Α, Γρηγ. Ναζ. ΙΙΙ. 1598Α· πρβλ. [[κανονίζω]]. β) οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, τὸ [[ἄθροισμα]] αὐτῶν, Συλλ. Ἐπιγρ. 8800. γ) οἱ κανονικοὶ λειτουργοὶ τῆς Ἐκκλησίας. δ) κανὼν συνόδου, ἢ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. δ) κανὼν συνόδου, ἢ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, Βασίλ. ΙV. 400Β, Σωκράτ. 108Β, Σωζ. 925Β. ε) = ὁ ἰερατικὸς [[κατάλογος]], οἱ ἐν τῷ κανόνι ἐξεταζόμενοι Σύνοδ. Νικ. Ι. 16, 17, Ἐπιφάν. ΙΙ. 340Β, 196Α· τὰς παρθένους τὰς ἀναγεγραμμένας ἐν τῷ τῶν ἐκκλησιαστικῶν κανόνι = τὰς κανονικὰς Σωκράτ. 613Α, 121Α. ζ) = [[ἀκολουθία]] Βασίλ. 644C, Παλλάδ. Λαυσ. 1100C· κανὼν ὁ ἑωθινὸς = ἡ [[ἀκολουθία]] τοῦ ὄρθρου Ἰω. Μόσχος 2856C, 2870C, 3009C, κλ. η) κανὼν ἐκκλησιαστικὸς ἐπιβαλλόμενος ὡς [[τιμωρία]] πρὸς μετάνοιαν, Βίος Βασιλ. 194Β, κλ. θ) ἐν ταῖς ἰεροτελεστίας κανὼν [[εἶναι]] [[σύστημα]] ᾠδῶν. Κανὼν [[πλήρης]] συνίσταται ἐξ’ [[ἐννέα]] ᾠδῶν· ἀλλ’ ἐν τοῖς πλείστοις κανόσιν ἡ δευτέρα ᾠδὴ λείπει· αἱ ᾠδαὶ ἐν τούτοις ἀριθμοῦνται ὡς εἰ ἡ δευτέρα ᾠδὴ κατεῖχε τὴν ἑαυτῆς θέσιν· [[οὕτως]], ἡ τελευταία ᾠδὴ [[πάντοτε]] καλεῖται ᾠδὴ ἐνάτη, ἡ πρὸ αὐτῆς ᾠδὴ ὀγδόη καὶ οὕτω [[καθεξῆς]], Στουδ. 1708Β, Βίος Νείλου Νεωτ. 141Α (ἴδε [[τετραῴδιον]], [[τριῴδιον]]). - Ὁ [[μέγας]] [[κανών]], ὁ μακρότερος ἐν ταῖς ἱεροτελεστίαις, ψάλλεται τὴν Πέμπτην [[μετὰ]] τὴν τετάρτην Κυριακὴν τῆς Τεσσαρακοστῆς ἐν τῷ ὄρθρῳ, Τριῴδ. οἱ προεξέχοντες τῶν ποιησάντων ᾀσματικοὺς κανόνας [[εἶναι]] ὁ Ἀνδρέας Κρήτης, Κοσμᾶς ὁ ἐξ Ἱεροσολύμων, Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Θεόδωρος καὶ Ἰωσὴφ οἱ Στουδῖται, καὶ Θεοφάνης ὁ ἐπονομασθεὶς Γραπτὸς. Ἴδε Fabric Biblioth. Graec. τόμ. Χ. σ. 136, καὶ Κοραῆ Συνέκδ. Ἱερατικ. σ. κδ΄ ἔκδ. Παρισίων.
|lstext='''κανών''': -όνος, ὁ, ([[κάννα]]) πᾶσα [[εὐθεῖα]] [[ῥάβδος]], ἰδίως χρησιμεύουσα [[ὅπως]] τηρῇ τι εὐθές. 1) ἐν Ιλ. Ν. 407 λέγεται ὅτι ὁ Ἰδομενεὺς εἶχεν ἀσπίδα δύω κανόνεσσ’ ἀραρυῖαν· ἐν Ιλ. Θ. 103 περὶ τῆς ἀσπίδος τοῦ Νέστορος ὁ [[Ὅμηρος]] λέγει: πᾶσαν χρυσείην ἔμεναι, κανόνας τε καὶ αὐτήν· καὶ περὶ τῶν πελτῶν (ancilia) ἃς ἔφερον οἱ ἱερεῖς Σάλιοι, λέγεται ὅτι εἶχον κανόνας, Διον. Ἁλ. 2. 71. Φαίνεται δὲ ὅτι οὗτοι ἦσαν δύο ξύλιναι ῥάβδοι ἐκτεινόμεναι ἐγκαρσίως κατὰ τὸ κοῖλον [[μέρος]] τῆς ἀσπίδος, δι’ ὧν διήρχετο ὁ [[πῆχυς]] τῆς χειρὸς καὶ οὕτω συνεκρατεῖτο ὑπὸ τοῦ φέροντος αὐτὴν. Εἰς μεταγεν. χρόνους τὸν ἕτερον τῶν κανόνων ἀντικατέστησε [[λαβίς]] τις, ([[ὄχανον]], [[πόρπαξ]]). 2) [[ἐργαλεῖον]] ὑφαντικόν, πιθ. ἡ κερκὶς («[[σαγίττα]]»), δι’ ἧς ἡ κλωστὴ τοῦ ὑφαδίου (πηνίου) εἰσήρχετο μεταξὺ τῶν κλωστῶν τοῦ στήμονος (μίτου), Ιλ. Ψ. 761 ([[ἔνθα]] ἰδὲ τὸν Heyne), Ἀριστοφ. Θεσμ. 822, Πλούτ. 2. 156Β, Νόνν. Δ. 37. 631. 3) [[κανών]], ἐν χρήσει παρὰ τοῖς κτίσταις ἢ τοῖς τέκτοσι (διαφέρων τῆς στάθμης), πύργους... ὀρθοῖσιν ἔθεμεν κανόσιν Εὐρ. Τρῳ. 6· [[βάθρα]] φοίνικι.. ἡρμοσμένα ὁ αὐτ. ἐν Ἡρ. Μαιν. 945· πρβλ. Πλάτ. Φίληβ. 56Β, Ξεν. Ἀγησ. 10. 2, Ἀνθ. Π. 11. 120· [[ὥστε]] τέκτονος παρὰ στάθμην ἰόντος ὀρθοῦται [[κανών]], Σοφ. Ἀποσπ. 421· κανόνα προσφέρειν Αἰσχίν. 82, 26· προσάγειν Λουκ. Πῶς δεῖ ἱστ. Συγγρ. 5· κανόνεσσι.. μετρήσασθαι Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 724· ὅρα τὴν κωμικὴν περιγραφὴν τοῦ Μέτωνος μετροῦντος τὸν οὐρανὸν διὰ τοῦ κανόνος καὶ τοῦ διαβήτου, Ἀριστ. Ὄρν. 999 κἑξ.· μολίβδινος [[κανών]], δηλ. [[εὔκαμπτος]], εἰς ὃν δὲν δύναταί τις νὰ δώσῃ πίστιν περὶ ἀκριβοῦς καταμετρήσεως, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 5. 10, 7, πρβλ. Ρητ. 1. 1. 5. β) «χαράκι, ρῆγα», Ἀνθ. Π. 6. 63. γ) μεταφ., κανόνες καὶ πήχεις ἐπῶν Ἀριστοφ. Βάτρ. 799· λαμπρὰ μὲν ἀκτὶς ἡλίου, κανὼν [[σαφής]] Εὐρ. Ἱκέτ. 650. 4) «τὸ [[ἐπάνω]] τῆς τρυτάνης ὂν καὶ εἰς ἰσότητα ταύτην ἄγον», δηλ. ἡ [[γλῶσσα]] τῆς «ζυγαριᾶς»Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Βάτρ. 799, Ἀνθ. Π. 11. 334. 5) [[ῥάβδος]] παραπετάσματος, πολυτελεῖς αὐλαῖαι.. κανόνας ἔχουσαι περιχρύσους Χάρης παρ’ Ἀθην. 538D. 6) κανόνες ἐκαλοῦντο καὶ αἱ ὀπαὶ ἢ τὰ «κλειδιὰ» τοῦ αὐλοῦ, Ἀνθ. Π. 9. 365. 7) αἱ ῥάβδοι κλωβίου, Ἰω. Χρυσ. ΙΙ. μεταφ., ὡς τὸ Λατ. regula, norma, πᾶν ὅ,τι χρησιμεύει πρὸς διακανόνισιν ἢ καθορισμὸν ἄλλων πραγμάτων, κανόνι τοῦ καλοῦ μαθὼν Εὐρ. Ἑκ. 602· γνώμης πονηροῖς κανόσιν ἀναμετρούμενος τὸ σῶφρον ὁ αὐτ. ἐν Ἰλ. 52· [[οὕτως]] ὁ [[νόμος]] [[εἶναι]] [[κανών]] ἀδικημάτων Λυκοῦργ. 149. 4· ὁ [[σπουδαῖος]] [[ἄνθρωπος]] [[εἶναι]] κανὼν καὶ [[μέτρον]] τῆς ἀληθείας Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 4, 5· ἡ [[ἐλευθερία]] καὶ τὸ μηδένα δεσπότην ἔχειν αὑτῶν ἦσαν τοῖς προτέροις Ἕλλησιν ὅροι τῷν ἀγαθῶν καὶ κανόνες Δημ. 324. 28· οὕτω καὶ, ὁ Ἐπικούρου [[κανών]], ἦτο ὁ κανὼν [[αὐτοῦ]] περὶ φιλοσοφίας, Δαμόξενος ἐν «Συντρόφοις» 1. 15· καὶ ὁ Δορυφόρος τοῦ Πολυκλείτου ἐκαλεῖτο [[κανών]], [[ἤτοι]] [[ὑπόδειγμα]] καλῆς ἀναλογίας, ἴδε Müller Archäol. d. Kunst § 120. 4· - ἐν τῇ μουσικῇ τὸ μονόχορδον ἦτο ὁ [[κανών]], [[ἤτοι]] ἡ βάσις πάντων τῶν μουσικῶν διαστημάτων, Ast. Νικομ. Θεολ. Ἀρ. σ. 318· τὸν κανόνα ἐκ μιᾶς χορδῆς εὑρεῖν Διογ. Λ. 8. 12. - παρὰ τοῖς Γραμμ. καὶ ἐν τῇ Ρητ. ὁ κανὼν ἦτο [[γενικός]] τις [[νόμος]] βασιζόμενος ἐπὶ τῶν πλειόνων πρὸς ἔλεγχον τῶν ἡμαρτημένων, Α. Β. 1180· - ἐν τῆ χρονολογίᾳ, κανόνες χρονικοὶ ἦσαν κύριαι ἐποχαί, αἵτινες ἐχρησίμευον [[ὅπως]] ὁρίζωσι πάσας τὰς ἐν τῷ μεταξὺ χρονολογίας, Πλουτ. Σόλων 27· καὶ [[κανών]] ἦτο χρονολογικὸν [[σύστημα]], Διον. Ἁλ. 1. 74. β) [[ὡσαύτως]], κανὼν ἦτο «τὸ [[μέτρον]] τοῦ πηδήματος» [[Πολυδ]]. Γ΄, 151· μεταφ. κατὰ τὸν κανόνα «ἡμῶν, κατὰ τὰ ὅρια τῆς ἐνεργείας ἡμῶν, Β΄ Ἐπιστ. π. Κορ. ι΄, 15 2) παρὰ τοῖς Ἀλεξανδρ. Γραμμ., συλλογαὶ τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων ἐκαλοῦντο κανόνες, ὡς ἄριστα ὑποδείγματα δοκίμου συγγραφῆς, Ruhnk. Hist. Crit. Orat. Graec. σ. xeiv, πρβλ. Quintil. Inst. 10. 1. 54 καὶ 59. 3) παρ’ Ἐκκλησιαστ., κανόνες ἐκαλοῦντο τὰ βιβλία ὅσα ἡ Ἐκκλησία ἀπεδέξατο ὡς τὸν κανόνα πίστεως, τὰ ὡς θεόπνευστα ἀποδεκτὰ γενόμενα μέρη τῆς ἁγίας Γραφῆς· τὰ λεγόμενα κανονικά βιβλία Ἀθαν. Ι. 456 Α, Γρηγ. Ναζ. ΙΙΙ. 1598Α· πρβλ. [[κανονίζω]]. β) οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, τὸ [[ἄθροισμα]] αὐτῶν, Συλλ. Ἐπιγρ. 8800. γ) οἱ κανονικοὶ λειτουργοὶ τῆς Ἐκκλησίας. δ) κανὼν συνόδου, ἢ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. δ) κανὼν συνόδου, ἢ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, Βασίλ. ΙV. 400Β, Σωκράτ. 108Β, Σωζ. 925Β. ε) = ὁ ἰερατικὸς [[κατάλογος]], οἱ ἐν τῷ κανόνι ἐξεταζόμενοι Σύνοδ. Νικ. Ι. 16, 17, Ἐπιφάν. ΙΙ. 340Β, 196Α· τὰς παρθένους τὰς ἀναγεγραμμένας ἐν τῷ τῶν ἐκκλησιαστικῶν κανόνι = τὰς κανονικὰς Σωκράτ. 613Α, 121Α. ζ) = [[ἀκολουθία]] Βασίλ. 644C, Παλλάδ. Λαυσ. 1100C· κανὼν ὁ ἑωθινὸς = ἡ [[ἀκολουθία]] τοῦ ὄρθρου Ἰω. Μόσχος 2856C, 2870C, 3009C, κλ. η) κανὼν ἐκκλησιαστικὸς ἐπιβαλλόμενος ὡς [[τιμωρία]] πρὸς μετάνοιαν, Βίος Βασιλ. 194Β, κλ. θ) ἐν ταῖς ἰεροτελεστίας κανὼν [[εἶναι]] [[σύστημα]] ᾠδῶν. Κανὼν [[πλήρης]] συνίσταται ἐξ’ [[ἐννέα]] ᾠδῶν· ἀλλ’ ἐν τοῖς πλείστοις κανόσιν ἡ δευτέρα ᾠδὴ λείπει· αἱ ᾠδαὶ ἐν τούτοις ἀριθμοῦνται ὡς εἰ ἡ δευτέρα ᾠδὴ κατεῖχε τὴν ἑαυτῆς θέσιν· [[οὕτως]], ἡ τελευταία ᾠδὴ [[πάντοτε]] καλεῖται ᾠδὴ ἐνάτη, ἡ πρὸ αὐτῆς ᾠδὴ ὀγδόη καὶ οὕτω [[καθεξῆς]], Στουδ. 1708Β, Βίος Νείλου Νεωτ. 141Α (ἴδε [[τετραῴδιον]], [[τριῴδιον]]). - Ὁ [[μέγας]] [[κανών]], ὁ μακρότερος ἐν ταῖς ἱεροτελεστίαις, ψάλλεται τὴν Πέμπτην [[μετὰ]] τὴν τετάρτην Κυριακὴν τῆς Τεσσαρακοστῆς ἐν τῷ ὄρθρῳ, Τριῴδ. οἱ προεξέχοντες τῶν ποιησάντων ᾀσματικοὺς κανόνας [[εἶναι]] ὁ Ἀνδρέας Κρήτης, Κοσμᾶς ὁ ἐξ Ἱεροσολύμων, Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Θεόδωρος καὶ Ἰωσὴφ οἱ Στουδῖται, καὶ Θεοφάνης ὁ ἐπονομασθεὶς Γραπτὸς. Ἴδε Fabric Biblioth. Graec. τόμ. Χ. σ. 136, καὶ Κοραῆ Συνέκδ. Ἱερατικ. σ. κδ΄ ἔκδ. Παρισίων.
}}
{{bailly
|btext=όνος (ὁ) :<br /><b>I.</b> barre de bois longue et droite, <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> [[οἱ]] κανόνες règles en croix qui maintenaient le derrière du bouclier ; poignée de bouclier;<br /><b>2</b> tige d’une quenouille;<br /><b>3</b> règle, <i>d’ord.</i> en bois à l’usage des maçons et des charpentiers;<br /><b>II.</b> <i>fig.</i> règle, type, modèle, principe ; χρονικοὶ κανόνες PLUT époques principales de l’histoire, qui servent comme de points de repère pour les événements moins importants.<br />'''Étymologie:''' cf. [[κάννα]].
}}
}}