3,273,762
edits
(6_9) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κᾰχεξία''': ἡ, ([[ἕξις]]), κακὴ [[κατάστασις]] τοῦ σώματος, ἀντίθ. τῷ [[εὐεξία]], Ἱππ. Ἀφ. 1248, Πλάτ. Γοργ. 450Α, Ἀριστ., κτλ. 2) ἐπὶ τῆς ψυχῆς, κακὴ [[διάθεσις]], κακὴ [[κατάστασις]], Δίφιλ. ἐν «Γαμ.» 1, Νικόλ. ἐν Ἀδήλ. 1. 12, Πολύβ. 5. 87, 3. | |lstext='''κᾰχεξία''': ἡ, ([[ἕξις]]), κακὴ [[κατάστασις]] τοῦ σώματος, ἀντίθ. τῷ [[εὐεξία]], Ἱππ. Ἀφ. 1248, Πλάτ. Γοργ. 450Α, Ἀριστ., κτλ. 2) ἐπὶ τῆς ψυχῆς, κακὴ [[διάθεσις]], κακὴ [[κατάστασις]], Δίφιλ. ἐν «Γαμ.» 1, Νικόλ. ἐν Ἀδήλ. 1. 12, Πολύβ. 5. 87, 3. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />mauvaise constitution physique.<br />'''Étymologie:''' [[κακός]], [[ἔχω]]. | |||
}} | }} |