Anonymous

κρίθινος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_11)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κρίθῐνος''': -η, -ον, ὡς καὶ νῦν, πεποιημένος ἐκ κριθῆς, [[κόλλιξ]], ἄρτος Ἱππῶναξ ἐν Ἀποσπ. 20, Ξεν., Λουκ., κλ.· τὸ κρ. [[ποτὸν]] Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 395· κρ. [[οἶνος]], [[ζῦθος]], Πολυβ. 34. 9, 15, Ἀθήν. 16C, κτλ.· [[πόμα]] Πλούτ. 2. 752Β· πρβλ. κριθὴ Ι.
|lstext='''κρίθῐνος''': -η, -ον, ὡς καὶ νῦν, πεποιημένος ἐκ κριθῆς, [[κόλλιξ]], ἄρτος Ἱππῶναξ ἐν Ἀποσπ. 20, Ξεν., Λουκ., κλ.· τὸ κρ. [[ποτὸν]] Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 395· κρ. [[οἶνος]], [[ζῦθος]], Πολυβ. 34. 9, 15, Ἀθήν. 16C, κτλ.· [[πόμα]] Πλούτ. 2. 752Β· πρβλ. κριθὴ Ι.
}}
{{bailly
|btext=η, ον :<br />fait <i>ou</i> préparé avec de l’orge.<br />'''Étymologie:''' [[κριθή]].
}}
}}