3,277,180
edits
(6_21) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λειμώνιον''': τό, limonium, [[βοτάνη]] τις ἔχουσα καυλὸν [[λεπτὸν]] ὄρθιον, ὅμοιον πρὸς τὸν τοῦ κρίνου, γέμοντα καρποῦ ἐρυθροῦ, στύφοντος τὴν γεῦσιν, φύεται δὲ ἐν λειμῶσι καὶ ἑλώδεσι τόποις, Διοσκ. 4. 16, Πλίν. 20. 28. | |lstext='''λειμώνιον''': τό, limonium, [[βοτάνη]] τις ἔχουσα καυλὸν [[λεπτὸν]] ὄρθιον, ὅμοιον πρὸς τὸν τοῦ κρίνου, γέμοντα καρποῦ ἐρυθροῦ, στύφοντος τὴν γεῦσιν, φύεται δὲ ἐν λειμῶσι καὶ ἑλώδεσι τόποις, Διοσκ. 4. 16, Πλίν. 20. 28. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (τό) :<br />sorte d’anémone, <i>plante</i>.<br />'''Étymologie:''' [[λειμώνιος]]. | |||
}} | }} |