Anonymous

μαντιπολέω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_2)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''μαντῐπολέω''': [[προφητεύω]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 979· - ἐκ τοῦ μαντιπόλος, ον, μαινόμενος, ἐνθουσιῶν, ἐμπεπνευσμένος, [[Βάκχη]] Εὐρ. Ἑκ. 123· [[Ἀπόλλων]] Λουκ. ἐν Διῒ Τραγῳδ. 31.
|lstext='''μαντῐπολέω''': [[προφητεύω]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 979· - ἐκ τοῦ μαντιπόλος, ον, μαινόμενος, ἐνθουσιῶν, ἐμπεπνευσμένος, [[Βάκχη]] Εὐρ. Ἑκ. 123· [[Ἀπόλλων]] Λουκ. ἐν Διῒ Τραγῳδ. 31.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />prédire l’avenir.<br />'''Étymologie:''' [[μαντιπόλος]].
}}
}}