Anonymous

μηκέτι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_6)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μηκέτι''': ἐπίρρ. (σχηματισθὲν ἐκ τοῦ μή, ἔτι, [[μετὰ]] παρεμβολῆς τοῦ κ κατὰ ψευδῆ ἀναλογίαν πρὸς τὸ [[οὐκέτι]]) ὄχι πλέον, Ὅμ., κτλ.· μηδ’ ἔτι, [[μήτε]] τοῦ λοιποῦ πλέον, Ὅμ.
|lstext='''μηκέτι''': ἐπίρρ. (σχηματισθὲν ἐκ τοῦ μή, ἔτι, [[μετὰ]] παρεμβολῆς τοῦ κ κατὰ ψευδῆ ἀναλογίαν πρὸς τὸ [[οὐκέτι]]) ὄχι πλέον, Ὅμ., κτλ.· μηδ’ ἔτι, [[μήτε]] τοῦ λοιποῦ πλέον, Ὅμ.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />ne… plus.<br />'''Étymologie:''' [[μή]], [[ἔτι]] ; le κ p. anal. avec [[οὐκέτι]].
}}
}}