Anonymous

μουσουργία: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_11)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μουσουργία''': ἡ, τὸ [[ἔργον]] τοῦ μουσουργοῦ, μελοποιΐα, [[ποίησις]], Λουκ. Βίων Πρᾶσις 3.
|lstext='''μουσουργία''': ἡ, τὸ [[ἔργον]] τοῦ μουσουργοῦ, μελοποιΐα, [[ποίησις]], Λουκ. Βίων Πρᾶσις 3.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />chant, poésie.<br />'''Étymologie:''' [[μουσουργός]].
}}
}}