Anonymous

μακροβιότης: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_12)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''μακροβιότης''': -ητος, ἡ, τὸ ζῆν μακρὸν χρόνον, [[μακροζωΐα]], Ἀριστ. Ρητ. 1. 5, 15· ἐπὶ φυτῶν, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 13, 2· οὕτω, μακροβιοτία, ἡ, Κλήμ. Ἀλ. 180.
|lstext='''μακροβιότης''': -ητος, ἡ, τὸ ζῆν μακρὸν χρόνον, [[μακροζωΐα]], Ἀριστ. Ρητ. 1. 5, 15· ἐπὶ φυτῶν, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 13, 2· οὕτω, μακροβιοτία, ἡ, Κλήμ. Ἀλ. 180.
}}
{{bailly
|btext=ητος (ἡ) :<br />longévité.<br />'''Étymologie:''' [[μακρόβιος]].
}}
}}