Anonymous

μυξωτήρ: Difference between revisions

From LSJ
m
elru replacement
(Bailly1_3)
m (elru replacement)
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 4: Line 4:
{{bailly
{{bailly
|btext=ῆρος (ὁ) :<br /><i>c.</i> [[μυκτήρ]].
|btext=ῆρος (ὁ) :<br /><i>c.</i> [[μυκτήρ]].
}}
{{grml
|mltxt=[[μυξωτήρ]], -ήρος, ὁ (ΑΜ, Α και [[μυξητήρ]], -ῆρος)<br /><b>συν. στον πληθ.</b> <i>οἱ [[μυξωτῆρες]]<br />οι μυκτήρες, τα ρουθούνια<br /><b>μσν.</b><br />η [[μύτη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μύξα]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήρ</i>. Οι τ. [[μυξωτήρ]] (<span style="color: red;"><</span> αρχ. <i>μυξόω</i>) και <i>μηξητήρ</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>μυξῶ</i>) μορφολογικά φαίνεται ότι παράγονται από τα αντίστοιχα ρήματα [[αλλά]] σημασιολογικά αποτελούν παράλληλους εκφραστικούς τ. του [[μυκτήρ]].
}}
{{elru
|elrutext='''μυξωτήρ:''' ῆρος ὁ (преимущ. pl.) ноздря Her., Sext.
}}
}}