Anonymous

φαλάγγιον: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_21)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φᾰλάγγιον''': τό, ([[φάλαγξ]] IV) [[εἶδος]] ἰοβόλου [[ἀράχνης]], κοινῶς «σφαλάγγι», Πλάτ. Εὐθύδ. 290Α, Ξεν. Ἀπομν. 1. 3, 12· διαστέλλεται ἀπὸ τῶν ὁμοειδῶν [[ἀράχνης]], ἀραχνίου, Ἀριστ. π. Ζ. Ἱστ. 9. 39, 1, κ. ἀλλ. 2) ὡς τὸ [[ἀράχνιον]], τὸ [[ὕφασμα]] τῆς [[ἀράχνης]], [[αὐτόθι]] 5. 27, 5· ― ὁ Sundevall παρατηρεῖ ὅτι τὰ φαλάγγια δὲν ὑφαίνουσιν ἱστούς. ΙΙ. phalangium, [[βοτάνη]] τις, ἥτις, ὡς λέγεται, θεραπεύει τοῦ φαλαγγίου τὸ [[δῆγμα]], Διόσκ. 3. 122· καὶ φαλαγγίτιον, [[αὐτόθι]]. ΙΙΙ. ὡς καὶ νῦν, στρογγύλον [[ξύλον]] τιθέμενον ὑπὸ τὸ [[πλοῖον]] πρὸς μετακίνησιν [[αὐτοῦ]] (ἐπὶ τῆς ξηρᾶς), Εὐστ. 140. 9., 469. 15, «φαλάγγια· στρογγύλα ξύλα καὶ σύμμετρα. Ἀττικοὶ δὲ κόρακας» Ἡσύχ., καὶ οἱ κόρακες δὲ παρ’ Ἀττικοῖς φαλάγγια» Ἐτυμ. Μεγ. σ. 886, 50.
|lstext='''φᾰλάγγιον''': τό, ([[φάλαγξ]] IV) [[εἶδος]] ἰοβόλου [[ἀράχνης]], κοινῶς «σφαλάγγι», Πλάτ. Εὐθύδ. 290Α, Ξεν. Ἀπομν. 1. 3, 12· διαστέλλεται ἀπὸ τῶν ὁμοειδῶν [[ἀράχνης]], ἀραχνίου, Ἀριστ. π. Ζ. Ἱστ. 9. 39, 1, κ. ἀλλ. 2) ὡς τὸ [[ἀράχνιον]], τὸ [[ὕφασμα]] τῆς [[ἀράχνης]], [[αὐτόθι]] 5. 27, 5· ― ὁ Sundevall παρατηρεῖ ὅτι τὰ φαλάγγια δὲν ὑφαίνουσιν ἱστούς. ΙΙ. phalangium, [[βοτάνη]] τις, ἥτις, ὡς λέγεται, θεραπεύει τοῦ φαλαγγίου τὸ [[δῆγμα]], Διόσκ. 3. 122· καὶ φαλαγγίτιον, [[αὐτόθι]]. ΙΙΙ. ὡς καὶ νῦν, στρογγύλον [[ξύλον]] τιθέμενον ὑπὸ τὸ [[πλοῖον]] πρὸς μετακίνησιν [[αὐτοῦ]] (ἐπὶ τῆς ξηρᾶς), Εὐστ. 140. 9., 469. 15, «φαλάγγια· στρογγύλα ξύλα καὶ σύμμετρα. Ἀττικοὶ δὲ κόρακας» Ἡσύχ., καὶ οἱ κόρακες δὲ παρ’ Ἀττικοῖς φαλάγγια» Ἐτυμ. Μεγ. σ. 886, 50.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />tarentule, araignée venimeuse, <i>insecte</i>.<br />'''Étymologie:''' dim. de [[φάλαγξ]].
}}
}}