3,277,121
edits
(6_14) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὄμβρος''': ὁ, [[βροχή]], καταφορὰ ὑετοῦ, [[θύελλα]] [[μετὰ]] βροχῆς, [[καταιγίς]], ἣν πέμπει ὁ Ζεύς, ὅτ’ ἐπιβρίσῃ Διὸς ὄ. Ἰλ. Ε. 91· χειμάρρους ... ὀπαζόμενος Διὸς ὄμβρῳ Λ. 493· ὡς δ’ [[ὅταν]] ἀστράπτῃ [[πόσις]] Ἥρης ..., τεύχων ἢ πολὺν ὄμβρον Κ. 6· ὁ [[λάβρος]] Ἡρόδ. 8. 12· διαστελλόμενος ἀπὸ τοῦ ὕετοῦ ἢ τῆς συνήθους βροχῆς, Λατιν. pluvia, πρβλ. Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 6· ἄν καὶ [[ἐνίοτε]] φαίνεται ὅτι σημαίνει μόνον ῥαγδαίαν βροχήν, ὡς Ἡρόδ. 8. 98, Σοφ. Τρ. 146, Εὐρ. Τρῳ. 78· ἐν τῷ πληθ., [[θύελλα]] [[μετὰ]] βροχῆς, ὄμβροι πολλοὶ καὶ λάβροι Ἡρόδ. 4. 50, πρβλ. 2. 25, Πινδ. Π. 4. 144, Σοφ. Ο. Κ. 350 2) [[καθόλου]], τὸ [[ὕδωρ]] ὡς [[στοιχεῖον]], [[μήτε]] γῆ, μήτ’ [[ὄμβρος]] [[ἱερός]], [[μήτε]] φῶς ὁ αὐτ. ἐν Ο. Τ. 1428, πρβλ. Ἐμπεδ. 354, 360· - ἐν Σοφ. Ἀντ. 952, ἡ [[εἰκασία]] τοῦ Erfurdt [[ὄλβος]] ἐγένετο [[καθόλου]] δεκτή, πρβλ. Βακχυλ. Ἀποσπ. 24 [36]: οὔτ’ [[ὄλβος]] οὔτ’ [[ἄγναμπτος]] Ἄρης. ΙΙ. μεταφορ., [[καταιγίς]], [[θύελλα]], ἐν Διὸς πολυφθόρῳ ὄμβρῳ, ἐπὶ μάχης, Πινδ. Ι. 5 (4). 61· δέδοικα δ’ ὄμβρου κτύπον ... τὸν αἱματηρὸν Αἰσχύλ. Ἀγ. 1533 (Λυρ.)· [[μέλας]] [[ὄμβρος]] χάλαζά θ’ αἱματοῦσσ’ (κατὰ τὸν Πόρσ.), ἢ [[μέλας]] [[ὄμβρος]] χαλάζης αἱματοῦς ([[ὅπερ]] [[μᾶλλον]] προσεγγίζει τοῖς Ἀντιγράφοις) Σοφ. Ο. Τ. 1279, [[ἔνθα]] ἴδε σημ. Jebb· ὄμβρῳ δακρυόεντι Νόνν. Δ. 16. 315· πυρὸς ὄμβροι Ὀππ. Ἁλ. 3. 22· ὄμβροι ἀναγκαῖοι, τὰ οὖρα, ὁ αὐτ. ἐν Κυν. 4. 439 ἡδὺς [[ὄμβρος]] ἀοιδῆς Ἀνθ. Π. 9. 364. (Πρβλ. τὸ Σανσκρ. abhr-am (nubes), amb-u, amb-has (aqua)· Λατιν. imb-er· - [[ἀφρός]], [[ἴσως]] [[εἶναι]] συγγενές). | |lstext='''ὄμβρος''': ὁ, [[βροχή]], καταφορὰ ὑετοῦ, [[θύελλα]] [[μετὰ]] βροχῆς, [[καταιγίς]], ἣν πέμπει ὁ Ζεύς, ὅτ’ ἐπιβρίσῃ Διὸς ὄ. Ἰλ. Ε. 91· χειμάρρους ... ὀπαζόμενος Διὸς ὄμβρῳ Λ. 493· ὡς δ’ [[ὅταν]] ἀστράπτῃ [[πόσις]] Ἥρης ..., τεύχων ἢ πολὺν ὄμβρον Κ. 6· ὁ [[λάβρος]] Ἡρόδ. 8. 12· διαστελλόμενος ἀπὸ τοῦ ὕετοῦ ἢ τῆς συνήθους βροχῆς, Λατιν. pluvia, πρβλ. Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 6· ἄν καὶ [[ἐνίοτε]] φαίνεται ὅτι σημαίνει μόνον ῥαγδαίαν βροχήν, ὡς Ἡρόδ. 8. 98, Σοφ. Τρ. 146, Εὐρ. Τρῳ. 78· ἐν τῷ πληθ., [[θύελλα]] [[μετὰ]] βροχῆς, ὄμβροι πολλοὶ καὶ λάβροι Ἡρόδ. 4. 50, πρβλ. 2. 25, Πινδ. Π. 4. 144, Σοφ. Ο. Κ. 350 2) [[καθόλου]], τὸ [[ὕδωρ]] ὡς [[στοιχεῖον]], [[μήτε]] γῆ, μήτ’ [[ὄμβρος]] [[ἱερός]], [[μήτε]] φῶς ὁ αὐτ. ἐν Ο. Τ. 1428, πρβλ. Ἐμπεδ. 354, 360· - ἐν Σοφ. Ἀντ. 952, ἡ [[εἰκασία]] τοῦ Erfurdt [[ὄλβος]] ἐγένετο [[καθόλου]] δεκτή, πρβλ. Βακχυλ. Ἀποσπ. 24 [36]: οὔτ’ [[ὄλβος]] οὔτ’ [[ἄγναμπτος]] Ἄρης. ΙΙ. μεταφορ., [[καταιγίς]], [[θύελλα]], ἐν Διὸς πολυφθόρῳ ὄμβρῳ, ἐπὶ μάχης, Πινδ. Ι. 5 (4). 61· δέδοικα δ’ ὄμβρου κτύπον ... τὸν αἱματηρὸν Αἰσχύλ. Ἀγ. 1533 (Λυρ.)· [[μέλας]] [[ὄμβρος]] χάλαζά θ’ αἱματοῦσσ’ (κατὰ τὸν Πόρσ.), ἢ [[μέλας]] [[ὄμβρος]] χαλάζης αἱματοῦς ([[ὅπερ]] [[μᾶλλον]] προσεγγίζει τοῖς Ἀντιγράφοις) Σοφ. Ο. Τ. 1279, [[ἔνθα]] ἴδε σημ. Jebb· ὄμβρῳ δακρυόεντι Νόνν. Δ. 16. 315· πυρὸς ὄμβροι Ὀππ. Ἁλ. 3. 22· ὄμβροι ἀναγκαῖοι, τὰ οὖρα, ὁ αὐτ. ἐν Κυν. 4. 439 ἡδὺς [[ὄμβρος]] ἀοιδῆς Ἀνθ. Π. 9. 364. (Πρβλ. τὸ Σανσκρ. abhr-am (nubes), amb-u, amb-has (aqua)· Λατιν. imb-er· - [[ἀφρός]], [[ἴσως]] [[εἶναι]] συγγενές). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br /><b>1</b> pluie d’orage ; <i>p. ext.</i> pluie ; <i>fig.</i> pluie de grêle, de sang, <i>etc.</i><br /><b>2</b> eau <i>en gén.</i><br />'''Étymologie:''' cf. <i>lat.</i> imber. | |||
}} | }} |