Anonymous

συμβούλομαι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_5)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συμβούλομαι''': ἀποθ., [[μετὰ]] μέσ. μέλλ. καὶ παθ. πρκμ.: ― [[θέλω]] ἢ ἐπιθυμῶ [[ὁμοῦ]] μετά τινος, συμβούλου δέ μοι θανεῖν, πρὶν αἰσχρῶν μὴ κατ’ ἀξίαν τυχεῖν, «σὺν ἐμοὶ δὲ βούλου θανεῖν ἐμὲ [[προτοῦ]] τυχεῖν αἰσχρῶν παρ’ ἀξίαν» (Σχόλ.), Εὐρ. Ἑκ. 373. 2) συμφωνῶ μετά τινος, τινι Πλάτ. Κρατ. 414Ε, Λάχ. 189Α. 3) ἀπολ., συγκατατίθεμαι, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 718Β, ἐν Εὐθυδ. 298Β.
|lstext='''συμβούλομαι''': ἀποθ., [[μετὰ]] μέσ. μέλλ. καὶ παθ. πρκμ.: ― [[θέλω]] ἢ ἐπιθυμῶ [[ὁμοῦ]] μετά τινος, συμβούλου δέ μοι θανεῖν, πρὶν αἰσχρῶν μὴ κατ’ ἀξίαν τυχεῖν, «σὺν ἐμοὶ δὲ βούλου θανεῖν ἐμὲ [[προτοῦ]] τυχεῖν αἰσχρῶν παρ’ ἀξίαν» (Σχόλ.), Εὐρ. Ἑκ. 373. 2) συμφωνῶ μετά τινος, τινι Πλάτ. Κρατ. 414Ε, Λάχ. 189Α. 3) ἀπολ., συγκατατίθεμαι, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 718Β, ἐν Εὐθυδ. 298Β.
}}
{{bailly
|btext=vouloir ensemble <i>ou</i> avec : σ. τινὶ [[θανεῖν]] EUR vouloir mourir avec qqn.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[βούλομαι]].
}}
}}