Anonymous

πάμπαν: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_6)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πάμπᾰν''': Ἐπίρρ. (πᾶς) ὡς τὸ συνηθέστερον ἐν τῷ πεζῷ λόγῳ [[πάνυ]] ἢ παντελῶς, [[μετὰ]] ῥήματος, Ἰλ. Α. 422, Ὀδ. Β. 49. Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 273, 300, Πινδ. Ο. 2. 125· μετ’ ἐπιθ., π. ὀϊζυρὸς Ὀδ. Υ. 140, πρβλ. Εὐρ. Μήδ. 1091· μετ’ ἐπιρρ., π. ἐτήτυμον Ἰλ. Ν. 111· προηγουμένου ἀρνητικοῦ, [[οὐδέ]] τι [[πάμπαν]], [[οὐδόλως]], κατ’ οὐδένα, τρόπον, Ι. 435· πρβλ. Φ. 338· [[μετὰ]] τοῦ ἄρθρου, τὸ π. Εὐρ. Ρῆσ. 855, Ἀποσπ. 196· - σπάνιον παρὰ τοῖς δοκιμωτάτοις τῶν πεζῶν, [[οἷον]] Ἡρόδ. 2. 45, Πλάτ. Πολιτικ. 270Ε, Τίμ. 41Β, Ξεν. Ἀγησ. 11, 4· [[συχν]]. παρ’ Ἀριστ.
|lstext='''πάμπᾰν''': Ἐπίρρ. (πᾶς) ὡς τὸ συνηθέστερον ἐν τῷ πεζῷ λόγῳ [[πάνυ]] ἢ παντελῶς, [[μετὰ]] ῥήματος, Ἰλ. Α. 422, Ὀδ. Β. 49. Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 273, 300, Πινδ. Ο. 2. 125· μετ’ ἐπιθ., π. ὀϊζυρὸς Ὀδ. Υ. 140, πρβλ. Εὐρ. Μήδ. 1091· μετ’ ἐπιρρ., π. ἐτήτυμον Ἰλ. Ν. 111· προηγουμένου ἀρνητικοῦ, [[οὐδέ]] τι [[πάμπαν]], [[οὐδόλως]], κατ’ οὐδένα, τρόπον, Ι. 435· πρβλ. Φ. 338· [[μετὰ]] τοῦ ἄρθρου, τὸ π. Εὐρ. Ρῆσ. 855, Ἀποσπ. 196· - σπάνιον παρὰ τοῖς δοκιμωτάτοις τῶν πεζῶν, [[οἷον]] Ἡρόδ. 2. 45, Πλάτ. Πολιτικ. 270Ε, Τίμ. 41Β, Ξεν. Ἀγησ. 11, 4· [[συχν]]. παρ’ Ἀριστ.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />tout à fait, complètement, entièrement ; τὸ [[πάμπαν]] <i>m. sign.</i> ; [[ἐς]] [[πάμπαν]] LUC pour toujours ; <i>précédé de la nég.</i> : pas du tout, absolument pas, <i>qqf</i> pas tout à fait, pas absolument.<br />'''Étymologie:''' [[πᾶν]] redoublé.
}}
}}