Anonymous

πεμφρηδών: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_19)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πεμφρηδών''': -όνος, ἡ, [[εἶδος]] σφηκὸς σχηματίζοντος τὰς [[ἑαυτοῦ]] κυψέλας ἐντὸς τῶν κοίλων δρυῶν ἢ ὑπὸ τὴν γῆν, Νικ. Ἀλεξ. 183, Θ. 812· πρβλ. τενθρηδών, [[ἀνθρηδών]].
|lstext='''πεμφρηδών''': -όνος, ἡ, [[εἶδος]] σφηκὸς σχηματίζοντος τὰς [[ἑαυτοῦ]] κυψέλας ἐντὸς τῶν κοίλων δρυῶν ἢ ὑπὸ τὴν γῆν, Νικ. Ἀλεξ. 183, Θ. 812· πρβλ. τενθρηδών, [[ἀνθρηδών]].
}}
{{bailly
|btext=όνος (ἡ) :<br />sorte de guêpe <i>ou</i> d’abeille, <i>insecte</i>.<br />'''Étymologie:''' cf. [[τενθρηδών]].
}}
}}