3,277,119
edits
(6_22) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''περίζωμα''': τό, τὸ [[πέριξ]] τινὸς ἐζωσμένον, [[ζώνη]] περὶ τὴν ὀσφύν τινος ἢ «ποδιά», ὡς τὸ [[διάζωμα]] Ι. 1, Πλουτ. Ρωμ. 21, [[Πολυδ]]. Ζ΄, 65, κτλ.· ὃ ἐφόρουν οἱ ἀθληταί, Παυσ. 1. 44, 1· οἱ θύοντες ἱερεῖς, Πλουτ. Αἰμίλ. 33· οἱ σιδηρουργοί, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 4. 8, 16· οἱ μάγειροι (ἴδε [[περιζώννυμαι]])· ― [[ἐντεῦθεν]] ἐσχηματίσθησαν πολλαὶ παροιμιώδεις φράσεις, ἔχω π., φορῶ ποδιάν, ἐπὶ τοῦ μαγείρου, ἔχων [[περίζωμα]] Ἡγήσιππ. ἐν «Ἀδελφοῖς» 1. 7· οἱ λόγοι σου περιζώματος ὄζουσιν Πλούτ. 2. 182D, [[ἔνθα]] ἴδε Wytt.· ἀσκῶ ἐκ περιζώματος, ἀσκῶ τέχνην τινὰ φορῶν τὸ [[περίζωμα]], δηλ. [[ἁπλῶς]] τὸ ἐξωτερικὸν [[σημεῖον]] τῆς τέχνης ἔχω, ἀσκῶ αὐτὴν ἐπιπολαίως, Διον. Ἁλ. Δείναρχος 1· ― ἐπὶ στρατιωτῶν, τὰ ὑπὸ τὴν πανοπλίαν φορούμενα ἐνδύματα, ἐν περιζώμασιν, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἐν θώραξι, Πολύβ. 6. 25, 3. | |lstext='''περίζωμα''': τό, τὸ [[πέριξ]] τινὸς ἐζωσμένον, [[ζώνη]] περὶ τὴν ὀσφύν τινος ἢ «ποδιά», ὡς τὸ [[διάζωμα]] Ι. 1, Πλουτ. Ρωμ. 21, [[Πολυδ]]. Ζ΄, 65, κτλ.· ὃ ἐφόρουν οἱ ἀθληταί, Παυσ. 1. 44, 1· οἱ θύοντες ἱερεῖς, Πλουτ. Αἰμίλ. 33· οἱ σιδηρουργοί, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 4. 8, 16· οἱ μάγειροι (ἴδε [[περιζώννυμαι]])· ― [[ἐντεῦθεν]] ἐσχηματίσθησαν πολλαὶ παροιμιώδεις φράσεις, ἔχω π., φορῶ ποδιάν, ἐπὶ τοῦ μαγείρου, ἔχων [[περίζωμα]] Ἡγήσιππ. ἐν «Ἀδελφοῖς» 1. 7· οἱ λόγοι σου περιζώματος ὄζουσιν Πλούτ. 2. 182D, [[ἔνθα]] ἴδε Wytt.· ἀσκῶ ἐκ περιζώματος, ἀσκῶ τέχνην τινὰ φορῶν τὸ [[περίζωμα]], δηλ. [[ἁπλῶς]] τὸ ἐξωτερικὸν [[σημεῖον]] τῆς τέχνης ἔχω, ἀσκῶ αὐτὴν ἐπιπολαίως, Διον. Ἁλ. Δείναρχος 1· ― ἐπὶ στρατιωτῶν, τὰ ὑπὸ τὴν πανοπλίαν φορούμενα ἐνδύματα, ἐν περιζώμασιν, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἐν θώραξι, Πολύβ. 6. 25, 3. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ατος (τό) :<br />objet dont on se ceint :<br /><b>1</b> ceinture;<br /><b>2</b> tablier.<br />'''Étymologie:''' [[περιζώννυμαι]]. | |||
}} | }} |