Anonymous

περισταδόν: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_7)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιστᾰδόν''': ἐπίρρ., Τρῶες· δὲ [[περισταδόν]]... οὔταζον, «περιιστάμενοι» (Σχόλ.), Ἰλ. Ν. 551, Ἡρόδ. 2. 225, Εὐρ. Ἀνδρ. 1136, Θουκ. 7. 81, κτλ.· ― περιστάδην, Θεόδ. Πρόδρ.
|lstext='''περιστᾰδόν''': ἐπίρρ., Τρῶες· δὲ [[περισταδόν]]... οὔταζον, «περιιστάμενοι» (Σχόλ.), Ἰλ. Ν. 551, Ἡρόδ. 2. 225, Εὐρ. Ἀνδρ. 1136, Θουκ. 7. 81, κτλ.· ― περιστάδην, Θεόδ. Πρόδρ.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />en se tenant tout autour.<br />'''Étymologie:''' [[περιΐστημι]], -δον.
}}
}}