Anonymous

πρωκτός: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_14)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πρωκτός''': ὁ, «ὁ [[κόλος]] (γρ. κῶλ-), παρὰ τὸ προωθεῖν τὰ τῆς γαστρός», Σουΐδ.· «πρωκτὸς προακτός τίς ἐστι· παρὰ τὸ δι’ [[αὐτοῦ]] προάγεσθαι τὰ περιττώματα» Ἐτυμ. Μέγ. 692, 46. Ἡ [[λέξις]] συχνὰ ἀπαντᾷ παρ’ Ἀριστοφ., ἴδε Σουΐδ., Φώτ., Ἡσύχ. καὶ Παροιμιογρ.
|lstext='''πρωκτός''': ὁ, «ὁ [[κόλος]] (γρ. κῶλ-), παρὰ τὸ προωθεῖν τὰ τῆς γαστρός», Σουΐδ.· «πρωκτὸς προακτός τίς ἐστι· παρὰ τὸ δι’ [[αὐτοῦ]] προάγεσθαι τὰ περιττώματα» Ἐτυμ. Μέγ. 692, 46. Ἡ [[λέξις]] συχνὰ ἀπαντᾷ παρ’ Ἀριστοφ., ἴδε Σουΐδ., Φώτ., Ἡσύχ. καὶ Παροιμιογρ.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />anus.<br />'''Étymologie:''' DELG terme pop. ou vulg.
}}
}}