Anonymous

σιτονόμος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_15)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σῑτονόμος''': -ον, ([[νέμω]]) ὁ μετρῶν καὶ παρέχων σῖτον ἢ τροφάς, [[τροφοδότης]], σ. [[ἐλπίς]], ἡ ἐλπὶς τοῦ λαμβάνειν τροφάς, Σοφ. Φιλ. 1091.
|lstext='''σῑτονόμος''': -ον, ([[νέμω]]) ὁ μετρῶν καὶ παρέχων σῖτον ἢ τροφάς, [[τροφοδότης]], σ. [[ἐλπίς]], ἡ ἐλπὶς τοῦ λαμβάνειν τροφάς, Σοφ. Φιλ. 1091.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui procure <i>litt.</i> qui distribue du blé, des aliments ; qui fait vivre.<br />'''Étymologie:''' [[σῖτος]], [[νέμω]].
}}
}}