3,274,447
edits
(6_1) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σκωλοβᾰτίζω''': [[βαδίζω]] ἐπὶ ὑψηλῶν ξύλων ἐχόντων προεξοχήν τινα ἐφ’ ἧς στηρίζεται ὁ [[πούς]], περιπατῶ μὲ ξυλοπόδαρα, Ἐπίχ. παρὰ τῷ Μεγ. Ἐτυμολ. 155. 39· πρβλ. [[ἀσκωλιάζω]]. | |lstext='''σκωλοβᾰτίζω''': [[βαδίζω]] ἐπὶ ὑψηλῶν ξύλων ἐχόντων προεξοχήν τινα ἐφ’ ἧς στηρίζεται ὁ [[πούς]], περιπατῶ μὲ ξυλοπόδαρα, Ἐπίχ. παρὰ τῷ Μεγ. Ἐτυμολ. 155. 39· πρβλ. [[ἀσκωλιάζω]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=marcher avec des échasses.<br />'''Étymologie:''' [[σκῶλος]], [[βαίνω]]. | |||
}} | }} |