Anonymous

σκότωσις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_9)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σκότωσις''': ἡ, ([[σκοτόω]]) σκότισις, [[ἔκλειψις]], μαντικῶν δυνάμεων σκοτώσεις Πλούτ. 2. 414D. II. [[σκοτοδινία]], [[ἴλιγγος]], vertigo, Γαλην., Θεόφιλ. Πρωτοσπ. σ. 133· πρβλ. [[σκότωμα]].
|lstext='''σκότωσις''': ἡ, ([[σκοτόω]]) σκότισις, [[ἔκλειψις]], μαντικῶν δυνάμεων σκοτώσεις Πλούτ. 2. 414D. II. [[σκοτοδινία]], [[ἴλιγγος]], vertigo, Γαλην., Θεόφιλ. Πρωτοσπ. σ. 133· πρβλ. [[σκότωμα]].
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action de couvrir de ténèbres.<br />'''Étymologie:''' [[σκοτόω]].
}}
}}