3,274,313
edits
(6_19) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στᾰσιώτης''': -ου, ὁ, ([[στάσις]] Β. ΙΙΙ) ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ πληθ., τὰ [[μέλη]] πολιτικῆς μερίδος, οἱ ἀνήκοντες εἰς φατρίαν, ὀπαδοί, οἱ τοῦ Μεγακλέους στ. Ἡρόδ. 1. 60, πρβλ. 59, 173, κ. ἀλλ.· ὁ ἐνεργῶν ὡς [[σωματοφύλαξ]], Ἀντιφῶν παρ’ Ἁρποκρ.· -οἱ στ. τοῦ ὅλου, οἱ ἀποδεχόμενοι τὴν θεωρίαν ταύτην, [[μετὰ]] παιδιᾶς ἐπὶ τῆς λέξ. στάσιμοι, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ οἱ ῥέοντες, Πλάτ. Θεαίτ. 181Α, ἴδε παρὰ Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 10. 46. -Πρβλ. [[στασιαστής]]. - Καθ’ Ἡσύχ. «οἱ ἐκ τῆς αὐτῆς τάξεως». | |lstext='''στᾰσιώτης''': -ου, ὁ, ([[στάσις]] Β. ΙΙΙ) ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ πληθ., τὰ [[μέλη]] πολιτικῆς μερίδος, οἱ ἀνήκοντες εἰς φατρίαν, ὀπαδοί, οἱ τοῦ Μεγακλέους στ. Ἡρόδ. 1. 60, πρβλ. 59, 173, κ. ἀλλ.· ὁ ἐνεργῶν ὡς [[σωματοφύλαξ]], Ἀντιφῶν παρ’ Ἁρποκρ.· -οἱ στ. τοῦ ὅλου, οἱ ἀποδεχόμενοι τὴν θεωρίαν ταύτην, [[μετὰ]] παιδιᾶς ἐπὶ τῆς λέξ. στάσιμοι, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ οἱ ῥέοντες, Πλάτ. Θεαίτ. 181Α, ἴδε παρὰ Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 10. 46. -Πρβλ. [[στασιαστής]]. - Καθ’ Ἡσύχ. «οἱ ἐκ τῆς αὐτῆς τάξεως». | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />séditieux, factieux ; <i>simpl.</i> affilié à un parti politique : τινος partisan de qqn.<br />'''Étymologie:''' [[στάσις]]. | |||
}} | }} |