3,277,226
edits
(6_19) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σύμπνοος''': -ον, συνῃρ. -πνους, ουν, (πνοὴ) ὁ ζωογονούμενος διὰ τῆς αὐτῆς πνοῆς, Πλούτ. 2. 574Ε· ὁ συμφωνῶν μετά τινος, [[σύμφωνος]], τινι Ἀνθ. Π. 6. 227., 11. 372· [[σύμφωνος]], Ἀρετ. περὶ Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 10, Πλούτ., κλπ. | |lstext='''σύμπνοος''': -ον, συνῃρ. -πνους, ουν, (πνοὴ) ὁ ζωογονούμενος διὰ τῆς αὐτῆς πνοῆς, Πλούτ. 2. 574Ε· ὁ συμφωνῶν μετά τινος, [[σύμφωνος]], τινι Ἀνθ. Π. 6. 227., 11. 372· [[σύμφωνος]], Ἀρετ. περὶ Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 10, Πλούτ., κλπ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οος, οον;<br />animé d’un même souffle.<br />'''Étymologie:''' [[συμπνέω]]. | |||
}} | }} |