3,277,243
edits
(6_23) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στρῐβῐλῐκίγξ''': κωμικὴ [[λέξις]], οὐδ’ ἂν [[στριβιλικίγξ]], οὐδ’ ἐλάχιστον [[μέρος]], οὐδὲ γρῦ, [[οὐδόλως]], Ἀριστοφ. Ἀχ. 1035· ὁ Σχολ. ἐν τόπῳ μνημονεύει καὶ στρίβος, [[ἀσθενής]], λεπτὴ [[φωνή]]· παραβάλλων καὶ τὸ [[λίκιγξ]], φωνὴ πτηνοῦ. | |lstext='''στρῐβῐλῐκίγξ''': κωμικὴ [[λέξις]], οὐδ’ ἂν [[στριβιλικίγξ]], οὐδ’ ἐλάχιστον [[μέρος]], οὐδὲ γρῦ, [[οὐδόλως]], Ἀριστοφ. Ἀχ. 1035· ὁ Σχολ. ἐν τόπῳ μνημονεύει καὶ στρίβος, [[ἀσθενής]], λεπτὴ [[φωνή]]· παραβάλλων καὶ τὸ [[λίκιγξ]], φωνὴ πτηνοῦ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>adv.</i><br /><i>dans la locution</i> οὐδ’ ἂν [[στριβιλικίγξ]] AR pas même un rien, pas un chouïa.<br />'''Étymologie:''' DELG invention pop. ou du poète. | |||
}} | }} |