Anonymous

στριβιλικίγξ: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_23)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''στρῐβῐλῐκίγξ''': κωμικὴ [[λέξις]], οὐδ’ ἂν [[στριβιλικίγξ]], οὐδ’ ἐλάχιστον [[μέρος]], οὐδὲ γρῦ, [[οὐδόλως]], Ἀριστοφ. Ἀχ. 1035· ὁ Σχολ. ἐν τόπῳ μνημονεύει καὶ στρίβος, [[ἀσθενής]], λεπτὴ [[φωνή]]· παραβάλλων καὶ τὸ [[λίκιγξ]], φωνὴ πτηνοῦ.
|lstext='''στρῐβῐλῐκίγξ''': κωμικὴ [[λέξις]], οὐδ’ ἂν [[στριβιλικίγξ]], οὐδ’ ἐλάχιστον [[μέρος]], οὐδὲ γρῦ, [[οὐδόλως]], Ἀριστοφ. Ἀχ. 1035· ὁ Σχολ. ἐν τόπῳ μνημονεύει καὶ στρίβος, [[ἀσθενής]], λεπτὴ [[φωνή]]· παραβάλλων καὶ τὸ [[λίκιγξ]], φωνὴ πτηνοῦ.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br /><i>dans la locution</i> οὐδ’ ἂν [[στριβιλικίγξ]] AR pas même un rien, pas un chouïa.<br />'''Étymologie:''' DELG invention pop. ou du poète.
}}
}}