Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

φαύλιος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_4)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φαύλιος''': -α, -ον, = [[φαῦλος]], ἀλλ’ ἐν χρήσει μόνον ἐπί τινων καρπῶν, [[τυχαῖος]], «πρόστυχος», φαυλότεροι φαυλίων μήλων Τηλεκλείδης ἐν «Ἀφικτύοσι» 2· φ. [[ἐλαία]] ἢ [[φαυλία]] μόνον, εἶδός τι ἐλαίας κοινῆς ἢ προστύχου, ἥτις φέρει τὸν κότινον, δηλ. ἡ ἀγρία [[ἐλαία]], Θεοφρ. περὶ Φυτ. Αἰτ. 6. 8, 3, περὶ Φυτ. Ἱστ. 2. 2, 12, Λουκ. Λεξιφάν. 5, [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 14.
|lstext='''φαύλιος''': -α, -ον, = [[φαῦλος]], ἀλλ’ ἐν χρήσει μόνον ἐπί τινων καρπῶν, [[τυχαῖος]], «πρόστυχος», φαυλότεροι φαυλίων μήλων Τηλεκλείδης ἐν «Ἀφικτύοσι» 2· φ. [[ἐλαία]] ἢ [[φαυλία]] μόνον, εἶδός τι ἐλαίας κοινῆς ἢ προστύχου, ἥτις φέρει τὸν κότινον, δηλ. ἡ ἀγρία [[ἐλαία]], Θεοφρ. περὶ Φυτ. Αἰτ. 6. 8, 3, περὶ Φυτ. Ἱστ. 2. 2, 12, Λουκ. Λεξιφάν. 5, [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 14.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />de mauvaise qualité ; ἡ φαυλία LUC sorte d’olive charnue, mais cotonneuse.<br />'''Étymologie:''' [[φαῦλος]].
}}
}}