τρίναξ: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_4)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρίναξ''': -ᾰκος, ὁ, (ἀκὴ) ὡς τὸ [[θρῖναξ]], κοινῶς «θρινάκι», [[ἐργαλεῖον]] γεωργικὸν ξύλινον, Ἀνθ. Π. 6. 104 [[[ἔνθα]] τὸ ι βραχύ].
|lstext='''τρίναξ''': -ᾰκος, ὁ, (ἀκὴ) ὡς τὸ [[θρῖναξ]], κοινῶς «θρινάκι», [[ἐργαλεῖον]] γεωργικὸν ξύλινον, Ἀνθ. Π. 6. 104 [[[ἔνθα]] τὸ ι βραχύ].
}}
{{bailly
|btext=ακος (ἡ) :<br /><i>c.</i> [[θρῖναξ]].
}}
}}