Anonymous

δειπνοποιέω: Difference between revisions

From LSJ
big3_10
(6_2)
(big3_10)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δειπνοποιέω''': [[παρέχω]] [[δεῖπνον]], Ἀλκίφρων 2. 1. – Μέσ., δειπνῶ, Θουκ. 4. 103, Ξεν. Κύρ. 5. 2, 6, κτλ.
|lstext='''δειπνοποιέω''': [[παρέχω]] [[δεῖπνον]], Ἀλκίφρων 2. 1. – Μέσ., δειπνῶ, Θουκ. 4. 103, Ξεν. Κύρ. 5. 2, 6, κτλ.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[preparar la cena]] X.<i>Cyr</i>.5.2.6, Alciphr.4.16.6.<br /><b class="num">2</b> en v. med. [[cenar]] δειπνοποιησάμενος ἐχώρει τὴν νύκτα tras la cena avanzó durante la noche</i> Th.4.103, δειπνοποιοῦνται ἐν Ἀργινούσαις Th.8.101, cf. X.<i>Eq.Mag</i>.7.12, Aen.Tact.7.3, 16.12, I.<i>AI</i> 18.355, παρήγγειλεν ἀριστοποιεῖσθαι ὡς ἐν ᾍδου δειπνοποιησομένους les ordenó almorzar como si fueran a cenar en el Hades (como quien no va a comer nunca más)</i>, Plu.2.225d, cf. X.Eph.1.11.2, 3.9.3, Poll.6.102, D.C.47.1.2.
}}
}}