Anonymous

ἀλογίστευτος: Difference between revisions

From LSJ
big3_3
(6_16)
(big3_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀλογίστευτος''': -ον, ἀμελούμενος, περὶ οὗ οὐδεὶς προνοεῖ, [[ἀλόγιστος]], Ἱεροκλ., Ἐκκλ.
|lstext='''ἀλογίστευτος''': -ον, ἀμελούμενος, περὶ οὗ οὐδεὶς προνοεῖ, [[ἀλόγιστος]], Ἱεροκλ., Ἐκκλ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[no tenido en cuenta]] c. dat. τῇ προνοίᾳ Hierocl.<i>Prou</i>.466a.<br /><b class="num">2</b> [[extraviado]], [[insensato]] [[βίος]] Ast.Am.<i>Hom</i>.2.7.3.
}}
}}