Anonymous

ἀνοικειοπρόσωπος: Difference between revisions

From LSJ
big3_4
(6_19)
 
(big3_4)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνοικειοπρόσωπος''': ον· «τὸ ἀνοικειοπρόσωπον [[Εὐριπίδης]] ἔχει ἐπίληπτον», δηλ. ἔχει ἀξιόμεμπτον τὸ ὅτι δὲν ἀποδίδει οἰκείως τοῖς προσώποις τοῦ δράματος τὰ ἤθη καὶ τοὺς λόγους, Ἰω. Τζέτζ. Προλεγόμ. εἰς Ἀριστοφ. ἐν Ναυκίου Λεξικ.
|lstext='''ἀνοικειοπρόσωπος''': ον· «τὸ ἀνοικειοπρόσωπον [[Εὐριπίδης]] ἔχει ἐπίληπτον», δηλ. ἔχει ἀξιόμεμπτον τὸ ὅτι δὲν ἀποδίδει οἰκείως τοῖς προσώποις τοῦ δράματος τὰ ἤθη καὶ τοὺς λόγους, Ἰω. Τζέτζ. Προλεγόμ. εἰς Ἀριστοφ. ἐν Ναυκίου Λεξικ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[inapropiado]], [[inadecuado]] τὸ ἀ. la impropiedad</i> de una expresión <i>Tz.Comm</i>.Ar.3.1076.40.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως [[inadecuadamente]], <i>Tz.Comm</i>.Ar.3.972.5.
}}
}}