Anonymous

ἀποκεκινδυνευμένως: Difference between revisions

From LSJ
big3_6
(6_6)
(big3_6)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀποκεκινδυνευμένως''': ἐπίρρ. μετοχ. παθ. πρκμ., [[μετὰ]] κινδύνου, Θεμίστ. 107C.
|lstext='''ἀποκεκινδυνευμένως''': ἐπίρρ. μετοχ. παθ. πρκμ., [[μετὰ]] κινδύνου, Θεμίστ. 107C.
}}
{{DGE
|dgtxt=adv. sobre el part. perf. de [[ἀποκινδυνεύω]] [[temerariamente]] Them.<i>Or</i>.8.107c.
}}
}}