Anonymous

διαπλόω: Difference between revisions

From LSJ
big3_11
(6_1)
(big3_11)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαπλόω''': [[ἀναπτύσσω]], [[ἐκτυλίσσω]], Γρηγ. Νύσσ., Εὐσ.· διαπλοῦσθαι, διάφ. γραφ. ἀντὶ διαπνεῖσθαι, Ξεν. Συμπ. 2, 2, πρβλ. Ἀθήν. 504D.
|lstext='''διαπλόω''': [[ἀναπτύσσω]], [[ἐκτυλίσσω]], Γρηγ. Νύσσ., Εὐσ.· διαπλοῦσθαι, διάφ. γραφ. ἀντὶ διαπνεῖσθαι, Ξεν. Συμπ. 2, 2, πρβλ. Ἀθήν. 504D.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[desplegar]], [[extender]] τι διήπλωσας καθ' ἡμῶν [[ἅπλωμα]] Al.<i>Ge</i>.38.29, τὰς ... χεῖρας πρὸς οὐρανόν Ast.Am.<i>Hom</i>.11.4.3, de Dios οὐρανὸν διαπλώσας Basil.M.29.329C, τὸ τῆς ἀφθαρσίας [[ἔνδυμα]] Gr.Nyss.M.46.420C, cf. <i>Hom.in Cant</i>.95.7.<br /><b class="num">2</b> part. pas. τὸ διηπλωμένον [[genérico]] τὸ δ. τῶν ἐκπωμάτων [[εἶδος]] la clase genérica de los recipientes para beber</i> Gr.Nyss.<i>Hom.in Cant</i>.401.13.
}}
}}