Anonymous

ταχινός: Difference between revisions

From LSJ
strοng
(6_11)
(strοng)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τᾰχῐνός''': ἡ, όν, ποιητ. ἀντὶ [[ταχύς]], Θεόκρ. 2. 7, Καλλ. εἰς Δία 56, κλπ.· ὑπερθετ. ταχινώτατος Ἄρατ. 289· - οὐδ. πληθ. [[ταχινά]], = [[τάχα]], Θεόκρ. 14. 40. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «ταχινοί· γοργοί».
|lstext='''τᾰχῐνός''': ἡ, όν, ποιητ. ἀντὶ [[ταχύς]], Θεόκρ. 2. 7, Καλλ. εἰς Δία 56, κλπ.· ὑπερθετ. ταχινώτατος Ἄρατ. 289· - οὐδ. πληθ. [[ταχινά]], = [[τάχα]], Θεόκρ. 14. 40. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «ταχινοί· γοργοί».
}}
{{StrongGR
|strgr=from [[τάχος]]; [[curt]], i.e. [[impending]]: [[shortly]], [[swift]].
}}
}}