Anonymous

χρυσωτής: Difference between revisions

From LSJ
47c
(Bailly1_5)
(47c)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />doreur.<br />'''Étymologie:''' [[χρυσόω]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br />doreur.<br />'''Étymologie:''' [[χρυσόω]].
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ, και θηλ. [[χρυσώτρια]], Ν [[χρυσῶ</i> /-<i>ώνω]]<br />[[τεχνίτης]] [[ειδικός]] στο [[χρύσωμα]], στην [[επιχρύσωση]] (α. «[[χρυσωτής]] βιβλιοδετείου» β. «χρυσωτῇ [[μισθός]]», <b>επιγρ.</b>).
}}
}}