astrología
From LSJ
Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt
Spanish > Greek
γενεθλιαλογία, ἀστρομαντική, ἀστρομαντεία, ἀστρολογία, ἀστρονομία, γενεθλιαλογική, ἀποτελεσματική