díctamo de Creta
From LSJ
Θεὸν προτίμα, δεύτερον δὲ τοὺς γονεῖς → Post deum habeas parentes proximo loco → Vor allem ehre Gott, die Eltern gleich nach ihm
Spanish > Greek
δίψακος, δορκάδιον, δίκταμνον, δίκταμον, ἀρτεμίδιον, ἀγριοβλησκούνιον, ἀγριοφλησκούνι, ἀγριοφλησκούνιον , ἀγριοφλισκούνι, βελουλκός, βλήχων