σωφροσύνης πίστην ἔχειν περί τινος → to be persuaded of one's probity
P. and V. κοσμεῖν, V. ἀγάλλειν, ἀσκεῖν, ἐξασκεῖν.
diversify: P. and V. ποικίλλειν, P. καταποικίλλειν; see adorn.
embellish a story: P. and V. κοσμεῖν, ποικίλλειν.