sterrenwichelaar
From LSJ
Σιγᾶν ἄμεινον ἢ λαλεῖν, ἃ μὴ πρέπει → Decet tacere quam loqui, quae non decet → Schweig besser still, als dass du sagst, was du nicht darfst
Dutch > Greek
ἀποτελεσματολόγος, ἀστεροσκόπος, ἀστροδίφης, ἀστρολόγος, ἀστρόμαντις, γαζαρηνός, γενεθλιαλόγος, γενεθλιακός, γενεσιαλόγος, μαθηματικός, μετεωρολόγος, μετεωροσοφιστής, ὡρολόγος, ὡροσκόπος