Αρεοπαγίτης
From LSJ
Τὴν ἀρχὴν ὅ, τι καὶ λαλω̃ ὑμι̃ν (John 8:25) → Just what I have been saying to you from the very beginning
Greek Monolingual
ο (Α Ἀρεοπαγίτης κ. Ἀρειοπαγίτης)
μέλος του Αρείου Πάγου
αρχ.
αυστηρός και ολιγόλογος (παροιμ., «Άρειοπαγίτου στεγανώτερος»).