Δεκέμβριος

From LSJ

Oἱ δὲ Ἀθηναῖοι ἦσαν ἐν μεγάλῳ κινδύνῳ... (adaptation of Herodotus 6.105) → The Athenians were in great danger...

Source

Spanish (DGE)

-α, -ον
• Alolema(s): Δεκέμπερ PFay.135 ue. (IV d.C.); Δεκάβριος SB 9529.3 (VI/VII d.C.)
lat. Decembrius, December, del mes de diciembre décimo mes del año, decembrino πρὸ εἰδῶν Δεκεμβρίων antes de los idus de diciembre D.H.6.89, cf. I.AI 14.145, Plu.2.287a, PHerm.Rees 18.2 (IV d.C.), A.Pass.Andr.15 (p.37.8), πρὸ τῶν Δεκεμβρίων καλανδῶν Iul.Ep.112.376a, cf. IG 5(1).1359.3 (Mesenia I d.C.), 7.2713.4 (I d.C.)
ὁ Δ. μήν o subst. ὁ Δ. el mes de diciembre, diciembre D.H.8.55, Plu.2.268a, 272d, D.C.54.21.5, SEG 25.346 (Corinto IV/V d.C.).

Greek Monolingual

και Δεκέμβρης, ο (Α δεκέμβριος, -α, -ον; Μ Δεκέμβριος, ο)
ο δωδέκατος μήνας του έτους
αρχ.
επίθ. όποιος ανήκει ή αναφέρεται στον μήνα Δεκέμβριο.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < λατ. December (< decem «δέκα» + -ber) «ο δέκατος μήνας του ρωμαϊκού ημερολογίου»].

Russian (Dvoretsky)

Δεκέμβριος: (лат. December) декабрьский: ὁ Δ. (μήν) Plut. декабрь; εἰδοῖς Δεκεμβρίαις Plut. в декабрьские Иды.