Δημητριασταί
From LSJ
ἐν ἐμοὶ αὐτῇ στήθεσι πάλλεται ἦτορ ἀνὰ στόμα → my heart beats up to my throat
English (LSJ)
οἱ, guild of worshippers of Demeter at Ephesus, BMus.Inscr.3.595, Ἀρχ.Δελτ. 7.200.
Spanish (DGE)
-ῶν, οἱ
Demetriastas cofradía de devotos de Deméter en Éfeso οἱ πρὸ πόλεως Δ. IEphesos 4337.27 (I d.C.), 1595.4 (II d.C.)
•prob. tb. en Henna (Sicilia) IGDS 198.2 (III a.C.).
Greek Monolingual
Δημητριασταί, ο (Α) Δημήτηρ
λατρευτικός θίασος της Δήμητρας στην Έφεσο.