Μεγάλη

From LSJ

πολιτεύω πόλεμον ἐκ πολέμου → make perpetual war the principle of government

Source

Russian (Dvoretsky)

Μεγάλη: πόλις (ᾰ) ἡ Dem., Arst. etc. = Μεγαλόπολις.