Μιλησιακός

From LSJ

διφθέραι σταδιαῖαι τοῖς μεγέθεσιν → hides a stade in size, hides fastened together so as to cover a place an entire stadium in extent

Source

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
c. Μιλήσιος.

Russian (Dvoretsky)

Μῑλησιακός: Plut., Luc. = Μιλήσιος I.